Ως ένας ανήσυχος πνευματικά άνθρωπος που διψάει για γνώση, επισκέπτομαι συχνά το μουσείο αρχαίας ελληνικής τεχνολογίας του Κωνσταντίνου Κοτσανά. Ένα μουσείο που εξελίσσεται συνεχώς όπως και ο ίδιος άνθρωπος, αναζητώντας τη βαθύτερη σύνδεση με τον επισκέπτη.
Η διαφορά του συγκεκριμένο μουσείου με τα υπόλοιπα έγκειται στην συνεπή προβολή νέων Ελλήνων καλλιτεχνών που επιθυμούν να επικοινωνήσουν το έργο τους σε ένα πολυπληθές κοινό.
Εκεί συνάντησα και τα μοναδικά έργα του Δημήτρη Κατσίκη, ο οποίος διασώζει την παραδοσιακή μεταλλουργία δημιουργώντας με ενδελεχή έρευνα αρχαιοελληνικούς σφυρήλατους θώρακες.
Ο μοναδικός αρματοποιός στην Ελλάδα μίλησε στο Comfuzio 24 και τον Νεκτάριο Ντούζουγλη (Χορμοβίτη) για το έργο του, αλλά και για τους μελλοντικούς στόχους του.
Κ. Κατσίκη, θα λέγαμε ότι το έργο σας περνά
κυριολεκτικά δια πυρός και σιδήρου. Ποιο ήταν το έναυσμα της
αρχής αυτού του ταξιδιού; Πού σας βρίσκουμε αυτή τη στιγμή
εκθεσιακά;
Να μου επιτραπεί να σας διορθώσω, έχει περάσει δια πυρός και
Μπρούτζου. Ο μπρούτζος και γενικά τα κράματα χαλκού είναι τα βασικά
υλικά που χρησιμοποιώ. Ο μπρούτζος ήταν το αγαπημένο μέταλλο της
Αρχαιότητας ακόμα και μετά την καθολική επικράτηση του σιδήρου
στους ιστορικούς χρόνους. Δεν θα πρέπει να λησμονούμε πως τα
ομορφότερα δείγματα της Ελληνικής μεταλλοτεχνίας υλοποιήθηκαν σε
μπρούτζο π. χ αγάλματα, έκτυπα ανάγλυφα και φυσικά πανοπλίες. Ο
μπρούτζος έχει την γυαλάδα του χρυσού, οξειδώνεται δυσκολότερα και
είναι ελλατός σε μεγάλο βαθμό. Οι Έλληνες αγάπησαν πάρα πολύ αυτό
το υλικό, ήταν ένα μέσο να αγγίξουν λίγο από την λάμψη του Χρυσού
Γένους που έμενε σαν μια γλυκιά ανάμνηση στην ιστορική συνείδηση
τους.
Εδώ και τρείς μήνες περίπου εκθέτω τις δημιουργίες μου σε αίθουσα του
Μουσείου “Αρχαίας Ελληνικής Τεχνολογίας. Κώστας Κωτσανάς” στο
κέντρο της Αθήνας (Πινδάρου 6 και Ακαδημίας). Πρόκειται για μια
παρουσίαση που περιλαμβάνει δεκάδες εκθέματα που καλύπτουν μια
ιστορική περίοδο από την Μυκηναϊκή (1.500 π. Χ) μέχρι και την Ύστερη
Βυζαντινή(1.400 μ. Χ ).Τα εκθέματα έχουν φιλοτεχνηθεί προσωπικά όλα
από εμένα και χρειάστηκε περίπου τέσσερα έτη για την ολοκλήρωσή της.
Ο επισκέπτης έχει την δυνατότητα να δει χαρακτηριστικά σύνολα
πανοπλιών από την εποχή των Μυκηναϊκών Παλατιών, από την Αρχαϊκή
περίοδο, την Κλασσική, την Ελληνιστική και Ύστερη Βυζαντινή περίοδο.
Πιστεύω είναι πολύ ενδιαφέρον για τον θεατή να βλέπει την αλλαγή της
αισθητικής προσέγγισης του εκάστοτε πολιτισμικού προτύπου κατά την
πορεία των αιώνων δια μέσου των τεχνουργημάτων της
Θωρακοποϊιας. Είναι μια καινοτόμος προσέγγιση.
Πόση σκέψη χρειάστηκε αυτό το εγχείρημα να γίνει πράξη σε αυτό
το επίπεδο και μάλιστα όταν ακόμα και τα ίδια τα εργαλεία είναι
δικής σας κατασκευής, οπότε μιλάμε για τον ορισμό της αφετηρίας;
Όταν άρχισε αυτή η ενασχόληση δεν είχα φανταστεί πόσο βάθος έχει το
πεδίο αυτό. Είναι σαν τους νευρώνες, διακλαδώνονται συνεχώς σε
διάφορα επίπεδα και ανακαλύπτεις διαρκώς καινούργιες ή μάλλον
ξεχασμένες συνάψεις με άλλους τομείς της τέχνης αλλά και της
Ελληνικής φιλολογίας η οποία έστω και σποραδικά δίνει σημαντικά
στοιχεία(π.χ Ηλιάδα, έργα αρχαίων συγγραφέων π. χ Ξενοφώντας,
Μεσαιωνικά πολεμικά εγχειρίδια κ. α). Αρχικά δεν μπορούσα να σκεφτώ
όλη αυτή την πολυπλοκότητα που θα ανέκυπτε στην πορεία, ξεκίνησα
σκεπτόμενος τα βασικά, δηλαδή την εύρεση των σωστών πρώτων υλών
αλλά και την δημιουργία των εργαλείων. Η αλήθεια είναι ότι όσον αφορά
τα εργαλεία και τις μεθόδους φιλοτέχνησης, όλα έπρεπε να τα
ανακαλύψω μόνος μου, διότι δεν υπήρχαν ανάλογες σχολές και
δάσκαλοι. Όσον αφορά τα εργαλεία αναφέρομαι σε πρωτόγονη
τεχνολογία όπως εκείνη την εποχή, δηλαδή εξειδικευμένα αμόνια και σφυριά.
Η όλη διαδικασία πήρε χρόνια για να ολοκληρωθεί ,τα κλειδιά ήταν η
επιμονή και οι αμέτρητοι πειραματισμοί (πετυχημένοι και μη).
Το ταξίδι λοιπόν ξεκινά με έρευνα. Θα ήθελα να μου τοποθετήσετε
χρονικά την έρευνα σας και την πορεία αυτής ως σήμερα.
Καταρχάς, θα πρέπει να έχει κάποιος ένα δυνατό ακαδημαϊκό υπόβαθρο
όπως συμβαίνει σε κάθε σεβαστή έρευνα πεδίου. Αρχικά, ερεύνησα όλη
την σχετική διεθνή Ακαδημαϊκή βιβλιογραφία η οποία περιέχει πολύτιμο
υλικό, μετά είχε έρθει η ώρα της πράξεως. Έπρεπε να αναπαράγω έργα
μεταλλοτεχνίας τα οποία είχαν φιλοτεχνήσει μάστορες & καλλιτέχνες
3.000 έτη πριν από την εποχή μας. Η περίοδος μεταξύ 2010- 2015 ήταν
μία περίοδος καλλιτεχνικού οργασμού, ασταμάτητων πειραματισμών,
μελέτης, πολλών απογοητεύσεων, αλλά και δυνατών συγκινήσεων.
Σημαντικό ρόλο στην έρευνα έπαιξαν και οι κατ’ ιδίαν επισκέψεις σε
Αρχαιολογικά Μουσεία έτσι ώστε να δω ιδίοις όμμασι τα σπαράγματα
θωράκων που έφτασαν μέχρι την εποχή μας, Έπρεπε να ξεκλειδώσω τα
μυστικά της Αρχαίας Ελληνικής χαλκοπλαστικής με κάθε θυσία. Θα
μπορούσα να πω, πως αυτή η περίοδος αποτέλεσε το Bachelor μου στο
συγκεκριμένο τομέα. Από το 2015 και έπειτα είχα περάσει στην ώριμη
φάση καλλιτεχνικής παραγωγής και μέχρι το 2018 συνέχιζα να φιλοτεχνώ
νέα έργα, πιο απαιτητικά σε εκτέλεση και πιο λεπτεπίλεπτα.
Από το 2018 μέχρι το 2022 αφοσιώθηκα στην δημιουργία εκθεμάτων για την έκθεση
“Πανοπλίες”. Έπρεπε η όλη προσπάθεια να βρει ένα δρόμο για το κοινό το οποίο από
την αρχή ΄επέδειξε ένα πάρα πολύ έντονο ενδιαφέρον μιας
και αφορά την πολιτιστική σφαίρα δημιουργίας.
Το έργο σας προφανώς είναι έργο ενδελεχούς έρευνας. Πότε ένας
δημιουργός καταλήγει στο ποσοστό της πιστότητας που επιθυμεί και
σε τι ποσοστό φτάνει το κάθε έργο σας σε σχέση με το πρωτότυπο;
Kαταρχάς, 100% πιστότητα σε ένα αντίγραφο δεν μπορεί αν πετύχει ούτε
ο δημιουργός που έφτιαξε το αρχικό καλλιτέχνημα. Βέβαια, σήμερα η
τεχνολογία (μηχανικοί βραχίονες, 3D εκτυπωτές) δύναται να καλύψει
αυτή την απαίτηση. Βασικές προϋποθέσεις για την πιστότητα είναι η
ύπαρξη μετρήσεων των αρχικών διαστάσεων, η ύπαρξη φωτογραφιών
και η κατ’ιδίαν επόπτευση του αντικειμένου προς αντιγραφή. Ο βαθμός
πιστότητας εξαρτάται κυρίως από την θέληση για τελειότητα που
διακατέχει τον δημιουργό, αυτό είναι ένα πολύ σημαντικό εσωτερικό
στοιχείο που διαχωρίζει τον επιπόλαιο από τον καλλιτέχνη που θέλει να
κάνει την διαφορά. Για τον δικό μου τομέα μία πιστότητα 80-90% θεωρώ
πως είναι αξιόλογη. Θα πρέπει επίσης να τονιστεί η απουσία κάποιου
επίσημου φορέα πιστοποίησης για τέτοιου είδους έργα, η τέχνη της
αρματοποιίας και γενικά της υψηλής παραδοσιακής χαλκοπλαστικής έχει
χαθεί από τις πολιτιστική παραγωγή της χώρας εδώ και αιώνες, πλέον οι
μηχανές αναλαμβάνουν να ελάσουν τα φύλλα μετάλλου. Προσωπικά δεν
γνωρίζω κάποιον ειδικό που να είναι σε θέση να πιστοποιήσει μία
αναπαραγωγή θώρακα γεγονός που μου προσδίδει μεγαλύτερη
υπευθυνότητα για τα έργα που παράγω.
Τι ποσοστό «μοιράζεται» η φαντασία με την απόδειξη – εύρημα και
κατά πόσο βοηθά η αντίληψη του δημιουργού ως το τελικό
αποτέλεσμα;
Σε περιπτώσεις απόπειρας αναπαραγωγής έργου π.χ Κορινθιακού
Κράνους που διατηρήθηκε σε καλή κατάσταση ως τις μέρες μας τα
πράγματα είναι απλά. Δεν υπάρχουν περιθώρια διαφορετικής ερμηνείας,
προσπαθείς το τελικό αποτέλεσμα να είναι όμοιο με το αυθεντικό. Τώρα
στις περιπτώσεις που σώζεται ένα τμήμα ενός θώρακα και ο δημιουργός
καλείται να αναπαράξει την αρχική ολότητα του εκεί εισέρχεται ο
παράγοντας της δημιουργικής φαντασίας του καλλιτέχνη. Αυτό βέβαια
απαιτεί, από την πλευρά του δημιουργού, μεγάλη εξοικείωση με την
τέχνη αυτή , μεγάλη πείρα και βαθιά γνώση του εκάστοτε καλλιτεχνικού περίγυρου της εποχής.
Δηλαδή η αναπαραγωγή μιας Μυκηναϊκής
πανοπλίας του 15 ου π. Χ αιώνα βασισμένη σε θραύσματα δεν μπορεί να
βασιστεί σε κανόνες αισθητικής προσεγγίσεως της Κλασσικής περιόδου
κ. ο. κ. Με άλλα λόγια το το τελικό σύνολο της πανοπλίας θα πρέπει να
ταιριάζει απόλυτα μέσα στο Ανάκτορο των Μυκηνών και όχι στο Ναό
του Παρθενώνα.
Ο μέσος άνθρωπος, κυρίως μέσα από τον κινηματογράφο και
γενικότερα την εικόνα έχει σχηματίσει μια συγκεκριμένη αντίληψη
για το πως ήταν μια πανοπλία, ένας εξοπλισμός, ένας οπλίτης την
αρχαία Ελληνική και τη μεσαιωνική εποχή. Πόσο απέχει αυτή η
εικόνα από την πραγματικότητα που βάσει ερευνών εσείς
παρουσιάζετε;
Είναι αλήθεια πως η γενική εικόνα του “Αρχαίου Έλληνα’ που είναι
εντυπωμένη στο μυαλό του παγκόσμιου κοινού έχει καθιερωθεί από τις
ταινίες ιστορικού-μυθολογικού περιεχομένου του Χόλυγουντ. Επικές
ταινίες με θεματικό πυρήνα τα Ομηρικά Έπη, τους Μηδικούς Πολέμους
κλπ. είναι πάντοτε δημοφιλείς πλάθοντας για δεκαετίες το αρχέτυπο του
“Αρχαίου Έλληνα” ο οποίος στις πλείστες των περιπτώσεων εμφανίζεται
με πανοπλίες.
Θα πρέπει να τονιστεί, πως οι πανοπλίες είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με
τα ιστορικά και μυθολογικά πρότυπα της Ελληνικής
παράδοσης & ιστορίας. Εμφανίζονται σε κάθε έκφραση της Ελληνικής
καλλιτεχνικής παραγωγής για πάνω από δυο χιλιετίες δηλ. αγάλματα,
ανάγλυφα, τοιχογραφίες, αγγειογραφίες, ξυλογλυπτική κλπ. γινόμενες
μέρος της πολιτιστικής ταυτότητας του Ελληνικού υποδείγματος.
Επιπλέον, μέσω του κινήματος του Ευρωπαϊκού Ρομαντισμού οι
απεικονίσεις των αρχαίων Ελλήνων θωρακοφόρων έχουν επηρεάσει
σε αφάνταστο βαθμό το ιστορικό φαντασιακό του Δυτικού κόσμου
διαμορφώνοντας πανίσχυρα στερεότυπα.
Αυτό που συμβαίνει σήμερα είναι ότι ο σύγχρονος Έλληνας αποδέχεται
άθελά του τις στερεοτυπικές χολιγουντιανές αποδόσεις των προγόνων
του που είναι σε πολύ μεγάλο βαθμό λανθασμένες καθώς αγνοεί τους
μπρούτζινους εξωσκελετούς που οι προγονοί του φιλοτεχνούσαν με
τέτοιο πάθος.
Αδιαμφισβήτητα το έργο σας πέρα από το τεχνικό κομμάτι ως
αποτέλεσμα έρευνας και το εκθεσιακό φυσικά προς το κοινό έχει και
πολιτισμικό χαρακτήρα, αυτό γίνεται εύκολα αντιληπτό;
Σας προσθέτει ευθύνες κάτι τέτοιο;
Η τέχνη της αρματοποιίας είναι νεοφυής, και όπως είναι αναμενόμενο σε
τέτοιες χαρακτηριστικές περιπτώσεις χρειάζεται κάποιος εύλογος χρόνος
γνωριμίας με το κοινό και διάχυση της γνώσης. Είναι χαρακτηριστικό πως
πολλοί επισκέπτες της εκθέσεως εντυπωσιάζονται πολύ όταν βλέπουν
Μυκηναϊκές πανοπλίες διότι δεν έχουν δει κάτι ανάλογο ποτέ τους. Δεν
υπάρχουν προηγούμενα παραδείγματα στον πολιτιστικό αυτό τομέα.
Το έργο σας και η μοναδικότητα του περιεχομένου του είναι
συνυφασμένο με το παρελθόν και αυτό που λέμε "ρίζα" μπορεί αυτό
να είναι αφετηρία για τον μέσο άνθρωπο να αρχίσει να ψάχνει, να
αντιλαμβάνεται, να ερευνά την αφετηρία, αλλά και την κάθε εποχή
του τόπου του;
Κάποιος στεκόμενος μπροστά σε ένα “to-ra-ke” (θώρακα) της
Μυκηναϊκής περιόδου είναι πιθανόν να αρχίσει να ξαναδιαβάζει την
Ιλιάδα, να επισκεπτεί ξανά τα Μουσεία που φιλοξενούν Μυκηναϊκες
αρχαιότητες, να εστιάσει στον υλικό πολιτισμό της εποχής, να αρχίσει να
παρατηρεί με περισσότερο προσοχή τα έργα μεταλλοτεχνίας, να αρχίσει
να βλέπει πάνοπλους Μυκηναίους Άνακτες ανάμεσα στα ερείπια των
Μυκηναϊκών ανακτόρων, ιδρωμένους τεχνίτες να σφυροκοπούν τα
πυρωμένα μπρούτζινα ελάσματα, εμπόρους να μεταφέρουν το κασσίτερο
με τα πλοία τους από τα λιμάνια της Συρίας κλπ.
Κάποιος στεκόμενος μπροστά από έναν Λινοθώρα της περιόδου των
Μηδικών πολέμων, πιθανότατα να φανταστεί τον Αισχύλο να
πολεμά στον Μαραθώνα το 490 π. Χ κ. ο. κ.
Κάθε σύνολο Πανοπλίας αποτελεί μία εν δυνάμει «Χρονομηχανή» ικανή
να ανοίξει τις πύλες του παρελθόντος και να προσφέρει στον σύγχρονο
άνθρωπο ένα ταξίδι στις χιλιετίες, από τα Ανάκτορα των Ατρειδών στα
Παλάτια της Βασιλεύουσας τριάντα αιώνες μετά.
Θα ήθελα να μου πείτε τα σχέδια σας για το μέλλον,
προσεχείς συνεργασίες, αλλά και τη συνέχεια του οράματός σας.
Δύο είναι οι πρωταρχικοί σκοποί μου α) η παραγωγή νέων εκθεμάτων β)
η διάδοση της τέχνης της αρματοποιίας στο γενικό κοινό, εγχώριο και μη,
μέσω διαφόρων διαύλων επικοινωνίας και πληροφόρησης.
Σας ευχαριστούμε θερμά για την άκρως ενδιαφέρουσα και περιεκτική συνέντευξη.
Γνωρίζοντας τον Δημήτρη Κατσίκη.
Ο Δημήτρης Κατσίκης γεννήθηκε στην Αθήνα. Eίναι απόφοιτος του
τμήματος «Γεωργικής Βιοτεχνολογίας» του Γεωπονικό Πανεπιστήμιο
Αθηνών και κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος «Urban Environmental
Management» του Πανεπιστημίου Wageningen University της
Ολλανδίας.
.
Η ενασχόλησή του με την Αρχαία Ελληνική στρατιωτική τεχνολογία,
τον υλικό πολιτισμό και την Ελληνική τέχνη τον ωθεί στο πειραματικό
στάδιο της υλικής ανακατασκευής θωράκων. Διαμέσου πολλών και
επίμονων προσπαθειών κατορθώνει σε σύντομο σχετικά διάστημα να
αναβιώσει για πρώτη φορά στην Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδος την
τέχνη της Αρματοποιϊας. Η Τέχνη αυτή αποτελεί ένα εξειδικευμένο
τομέα της παραδοσιακής μεταλλουργίας και εμφανίζεται στην
Ηπειρωτική Ελλάδα ως διακριτή και αυτόνομη σχολή από τις αρχές του
15ου π.Χ δηλ. την Ύστερη Ελλαδική Περίοδο γνωστή και ως Μυκηναϊκή
Περίοδο.
Δημιουργώντας από μηδενική βάση τα απαιτούμενα εργαλεία (αμόνια,
ειδικές φόρμες σφυριά) και πειραματιζόμενος παθιασμένα με
πυρακτωμένα ελάσματα κατορθώνει να “ξεκλειδώσει” τα ξεχασμένα
μυστικά της «εν θερμώ» σφυρηλάτησης. Με τον τρόπο αυτό προκύπτουν
αριστουργηματικές συνθέσεις πολύ υψηλού επιπέδου
δυσκολίας&πολυπλοκότητας ικανές να σταθούν δίπλα στα έργα των
σπουδαίων μεταλλοτεχνών του Ελληνικού παρελθόντος.
Το τελικό αποτέλεσμα είναι η δημιουργία Πανοπλιών υψηλού
Μουσειακού επιπέδου σε φυσικό μεγέθος είτε πρόκειται για θώρακες
(“to-ra-ka” ) των Μυκηναίων Πολεμάρχων (“la-wa-ge-tas”) είτε για τους
«αγαθούς και Τεθωρακισμένους» Οπλίτες της Ελληνικής Αρχαιότητας
είτε για «Χρυσοκλιβανισμένους» Στρατιωτικούς Αγίους.
Πολύ σύντομα, η καινοτομία και η σοβαρότητα της προσεγγίσεως του
ξεπερνά τα στενά Ελλαδικά σύνορα και κατακτά την διεθνή Ακαδημαϊκή
κοινότητα. Η εμβάθυνση του στην θρησκευτική εικονογραφία των
Στρατιωτικών Αγίων της Ανατολικής Ορθόδοξης Παράδοσης κατέληξε
στην παρουσίαση τριών ανακατασκευασμένων Βυζαντινών πανοπλιών
του 11ου αιώνα στο μουσείο του ερευνητικού κέντρου Dumbarton Oaks
Museum and research library (Τrustees of Harvard) στα πλαίσια του
διεθνούς συμποσίου «Μilitary Men in Byzantium, Emperors, Saints, and
Soldiers at Arms» που έλαβε χώρα στην Ουάσινγκτον (ΗΠΑ, Μάιος
2010), εγκαινιάζοντας την πρώτη έκθεση του είδους στην σύγχρονη
εποχή. Σήμερα διατηρεί την ατομική του έκθεση “Πανοπλίες” στο
Μουσείο “Αρχαίας Ελληνικής Τεχνολογίας. Κώστας Κωτσανάς” στο
κέντρο των Αθηνών.
Μάθετε περισσότερα για τον Δημήτρη Κατσίκη εδώ.