Η Παγκόσμια Ημέρα Κατοικίας καθιερώθηκε με πρωτοβουλία του ΟΗΕ, για να υπενθυμίσει στη διεθνή κοινότητα ότι η διαβίωση σε μία αξιοπρεπή κατοικία είναι δικαίωμα όλων. Εορτάζεται την πρώτη Δευτέρα κάθε Οκτωβρίου.
Η Παγκόσμια Ημέρα Κατοικίας ιδρύθηκε το 1985 από τη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών με το ψήφισμα 40/202 και εορτάστηκε για πρώτη φορά το 1986.
Σκοπός της Παγκόσμιας Ημέρας Κατοικίας είναι να προβληματιστούμε για την κατάσταση των πόλεων και των μεγαλουπόλεων μας και για το βασικό δικαίωμα όλων σε επαρκείς συνθήκες στέγασης.
Κάθε χρόνο, η Παγκόσμια Ημέρα Κατοικιών αναδεικνύει ένα νέο θέμα για να επιστήσει την προσοχή στην δράση του UN-Habitat (πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών) για την προώθηση πολιτικών βιώσιμης ανάπτυξης που να εξασφαλίζουν επαρκή στέγαση για όλους. Φέτος, η Παγκόσμια Ημέρα θα επικεντρωθεί στην προώθηση όλων των επιπέδων διακυβέρνησης και όλων των ενδιαφερομένων μερών για τον προβληματισμό σχετικά με τον τρόπο υλοποίησης συγκεκριμένων πρωτοβουλιών για την εξασφάλιση επαρκούς και οικονομικά προσιτής στέγης στο πλαίσιο της εφαρμογής της νέας Αστικής Ατζέντας σε όλα τα επίπεδα, καθώς και της επίτευξης των στόχων της βιώσιμης ανάπτυξης.
Η στέγαση αποτελεί βασικό στοιχείο της αστικοποίησης και έχει μετασχηματιστικά χαρακτηριστικά για την εφαρμογή της νέας αστικής ατζέντας. Τουλάχιστον το ήμισυ της γης στις πόλεις χρησιμοποιείται για κατοικίες, οι οποίες βρίσκονται στο επίκεντρο και προϋπόθεση για όλες τις ανθρώπινες δραστηριότητες και γι ‘αυτό οι αποφάσεις για τη στέγαση διαμορφώνουν την αστική μορφή και είναι καθοριστικές για την επίτευξη βιώσιμης και χωρίς αποκλεισμούς αστικής ανάπτυξης. Η επαρκής στέγαση αποτελεί βασική ανθρώπινη ανάγκη και αποτελεί μέρος του δικαιώματος για επαρκές επίπεδο διαβίωσης όλων.
Επιπρόσθετα, η στέγαση διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στην οικονομική ανάπτυξη, την απασχόληση, τη μείωση της φτώχειας και την άμβλυνση των ευαλωτοτήτων που παρατηρούνται στις πόλεις. Οποιαδήποτε επένδυση στη στέγαση έχει άμεσο αντίκτυπο στις πόλεις και μια βαθιά επίδραση στη ζωή των ανθρώπων. Η οικονομική προσιτότητα στις πόλεις είναι μια αυξανόμενη παγκόσμια ανησυχία που επιδεινώνει την ανισότητα και τον αποκλεισμό.
Οι κάτοικοι αστικών περιοχών που δαπανούν περισσότερο από το ένα τρίτο του εισοδήματός τους για στέγαση υπονομεύονται όσον αφορά την ποιότητα της ζωής και διαβίωσης τους και συχνά αναγκάζονται να καταφεύγουν σε ανεπαρκή στέγαση που μπορεί να κυμαίνεται από περιφερειακές απομονωμένες τοποθεσίες, μακριά από ευκαιρίες εργασίας ή εισοδήματος, σε άτυπες λύσεις με αβεβαιότητα καθεστώτος στέγασης και αυξημένες ευαλωτότητες.
Η νέα αστική ατζέντα θέτει τη στέγαση στο επίκεντρο της βιώσιμης και χωρίς αποκλεισμούς αστικής ανάπτυξης, ενθαρρύνοντας πρωτοβουλίες στέγασης για όλες τις ομάδες εισοδήματος, ιδιαίτερα τους κατοίκους χαμηλού εισοδήματος, με επαρκή παροχή ποιοτικού δημόσιου χώρου, υποδομών και βασικών υπηρεσιών, εξασφαλίζοντας τη χωροταξική και κοινωνικοοικονομική ένταξη.
Η ολοκληρωμένη και ολιστική προσέγγιση της στέγασης θα συμβάλει στον τερματισμό της φτώχειας και στην επίτευξη της αειφόρου αστικής ευημερίας για όλους. Οι πολιτικές και οι στρατηγικές εφαρμογής πρέπει να περιλαμβάνουν χρηματοοικονομικά, ρυθμιστικά και θεσμικά πλαίσια σε εθνικό, υποεθνικό και τοπικό επίπεδο.
Δεδομένα
- Η αστική συγκέντρωση παρέχει κοινωνικά, οικονομικά και περιβαλλοντολογικά πλεονεκτήματα σε σχέση με τη διασπορά.
- Οι πόλεις μπορούν να ανταπεξέλθουν καλύτερα στον παγκοσμιοποιημένο κόσμο.
- Οι πόλεις παρέχουν καλύτερες συνθήκες υγείας.
- Η αστικοποίηση μπορεί να εμποδίσει μορφές περιβαλλοντικής υποβάθμισης.
- Η αστικοποίηση βοηθά στην αύξηση των δεικτών γονιμότητας, παρέχοντας καλύτερες υπηρεσίας υγείας στις γυναίκες.