Σφαγή και Ολοκαύτωμα στον Αη Γιώργη (Αιγάλεω)
Στις 29 Σεπτεμβρίου 1944, 100 άοπλοι Αιγαλεώτες (για 150 μιλούν τα επίκαιρα της εποχής) καίγονται ζωντανοί ή εκτελούνται, από τον γερμανικό στρατό κατοχής και τους ντόπιους συνεργάτες τους, ενώ καταστρέφεται ολοσχερώς ο συνοικισμός του Αγίου Γεωργίου, δίπλα στην σημερινή Λεωφόρο Κηφισού.
Εντούτοις, οι γερμανοί ναζί και οι ντόπιοι εθελοντές συνεργοί τους (τάγματα ασφαλείας, γερμανοτσολιάδες, ομάδες Χ, κ.λπ), παρέμειναν μέχρις σήμερα ατιμώρητοι, όπως άλλωστε συνέβη στην συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων εκείνης της εποχής.
Τι προηγήθηκε
Τον Αύγουστο του 1944 ο Γιάννης Μπατζακίδης, μέλος του ΚΚΕ και πολιτικός καθοδηγητής του ΕΑΜ, εκλέγεται δια βοής δήμαρχος Αιγάλεω έπειτα από ανοιχτή λαϊκή συνέλευση των κατοίκων στην Πλατεία Εσταυρωμένου. Οι διορισμένες (δοτές) δημοτικές αρχές απομακρύνονται. Την επομένη, απεσταλμένοι του ΕΛΑΣ που μάχεται να προστατεύσει τις περιοχές της Αθήνας από τις γερμανικές ωμότητες, ζητούν από την τοπική χωροφυλακή είτε να προσχωρήσει στις τάξεις των ανταρτών, είτε να εγκαταλείψει την πόλη.
Οι Γερμανοί, θορυβημένοι από τις δραστηριότητες του ΕΛΑΣ, αναζητούν εναγωνίως τρόπους ώστε να εξασφαλισθεί η επικείμενη αποχώρηση των τμημάτων τους από την ελληνική πρωτεύουσα, μέσω της μοναδικής διόδου που υπάρχει, της Ιεράς Οδού. Ουσιαστικά επιδιώκουν να τους δοθεί ένα πρόσχημα, για να εκκαθαρίσουν την περιοχή του Αιγάλεω από οποιαδήποτε για αυτούς απειλή. Παράλληλα, εξαπολύουν ένα κύμα τρομοκρατικής δράσης που περιλαμβάνει ληστείες, καταστροφές υποδομών και δολοφονίες πατριωτών, συχνά χωρίς αφορμή.
Η τελική αφορμή που αναζητούν προκύπτει το πρωί της αποφράδας 29ης Σεπτεμβρίου. Σύμφωνα με κάποιες μαρτυρίες κατοίκων αλλά και μελών της αντίστασης, εκείνη τη μέρα σημειώθηκε μια ασήμαντη αψιμαχία Ελλήνων ανταρτών (που βρίσκονταν σε φυλάκιο του ΕΛΑΣ δίπλα στη γέφυρα του ποταμού Κηφισού στη διασταύρωση με την οδό Παλαιάς Καβάλας) και δύο Γερμανών μοτοσικλετιστών. Οι Γερμανοί μοτοσικλετιστές (Λεπτομέρειες από αναφορά κατοίκου της περιοχής: Ο κάτοικος επιβεβαιώνει ότι πράγματι έγινε μόνο αψιμαχία. Ο ιδιος κάτοικος αναφέρει επίσης ότι, οι ανωτέρω μοτοσυκλετιστές ήσαν δύο (2) και ότι οι Έλληνες αντάρτες ήσαν δύο (2) έφηβοι. Αναφέρει επίσης ότι, μετά τους λιγοστούς πυροβολισμούς που αντηλάγησαν οι Γερμανοί μοτοσικλετιστές έπεσαν στην κοίτη του ποταμού προφασιζόμενοι η όχι ότι τραυματίστηκαν. Από εκεί κατόρθωσαν να φτάσουν στην βάση τους (περιοχή Μαρκόνι -μετέπειτα γνωστή ως Ασύρματος) και να αναφέρουν το γεγονός. Κατά την άποψη του αλλά και από οτι διαθόθηκε μετά, οι Γερμανοί στην αναφορά τους λόγω σύγχυσης ή για κάποιον άλλον λόγο έκαναν λάθος και ανέφεραν ότι το γεγονός συνέβη στην γέφυρα της Ιεράς οδού και όχι στην γέφυρα της παλαιάς Καβάλας. Αποτέλεσμα ήταν να αρχίσει η σφαγή από τον Άγιο Γεώργιο (το εκκλησάκι δίπλα ακριβώς στην γέφυρα της Ιεράς οδού) και να συνεχισθεί με κατεύθυνση προς την γέφυρα της παλαιάς Καβάλας).
Η επιδρομή
Την ίδια εκείνη ημέρα (ήταν Παρασκευή), ένα επίλεκτο γερμανικό τάγμα (των στρατιωτικών εγκαταστάσεων της περιοχής Μαρκόνι) διατάχθηκε να προχωρήσει σε εκκαθάριση της περιοχής. Τα πρώτα θύματά τους υπήρξαν δυο νεαροί Έλληνες φοιτητές (τα ξαδέλφια Πανόπουλος και Μουλάς), γνώστες μάλιστα της γερμανικής γλώσσας, τους οποίους συνάντησαν στη συμβολή της οδού Μαρκόνι με την Ιερά Οδό. Έπειτα από ολιγόλεπτη συζήτηση του επικεφαλής με τους δυο νέους στη γερμανική γλώσσα, οι φοιτητές εκτελέσθηκαν επί τόπου.
Σύμφωνα με μαρτυρία του 11χρονου τότε Ιωάννη Κουρούση, που διέμενε με την οικογένειά του στη συμβολή της Ιεράς Οδού με την οδό Μοσχονησίων, άλλο γερμανικό τμήμα έφθασε στο Αιγάλεω και από την αντίθετη κατεύθυνση (του Χαϊδαρίου), μέσω της Ιεράς Οδού, κάτι που αποδεικνύει ότι είχε εκπονηθεί συγκεκριμένο σχέδιο εγκλωβισμού των κατοίκων. Η μαρτυρία επιβεβαιώνεται από την επιστολή την οποία απέστειλε προς την τοπική εφημερίδα “Περιφερειακός Τύπος” του Δημήτριου Οικονομίδη (αριθμός φύλλου 223, της 18 Οκτωβρίου 1975), ο Αξιωματικός Χωροφυλακής εν αποστρατεία Στυλιανός Δρίτσας, όπου αναφέρεται ότι ” … διετάχθη η παρά το Δαφνί εστρατοπευδεμένη Γερμανική Στρατιωτική Μονάδα Καταστροφών ίνα προβεί εις σκληρά αντίποινα…”
Οι Γερμανοί μπήκαν στην πόλη και αρχικά εκτέλεσαν 31 άοπλους και αμέτοχους στο προηγηθέν συμβάν πολίτες, όσους είχαν την ατυχία να βρεθούν στο δρόμο τους (Λεπτομέρεια από αναφορά του ίδιου κατοίκου της περιοχής: επιβεβαιώνει το ανωτέρω γεγονός για την σφαγή δηλ. των άοπλων και αμέτοχων πολιτών γιατί κατά σύμπτωση εκείνη την ώρα είχαν “σχολάσει” από το εργοστάσιο του Λαναρά πολλοί εργάτες οι οποίοι επέστρεφαν με τα πόδια σπίτι τους. Προφανώς δεν ήξεραν τίποτα για το γεγονός και για αυτό “έπεσαν” αμέριμνοι πάνω στους Γερμανούς, κάποιους μάλιστα, κατά τον ίδιο κάτοικο, τους σκότωσαν και τους άφησαν στο τετράγωνο που τώρα βρίσκονται οι εταιρείες εμπορίας αυτοκινήτων και ανταλλακτικών “ΚΟΜΒΟΣ”, “ΤΟΥΟΤΑ” και “ΟΠΕΛ”. Εκείνη την εποχή ήταν χωράφια και καλλιεργούσαν λαχανίδες).
Στην συνέχεια, οι γερμανοί στρατιώτες απέκλεισαν το συνοικισμό του Αγίου Γεωργίου και επέτρεψαν την αποχώρηση μόνο κάποιων γυναικόπαιδων. Τους άνδρες άνω των 15 ετών που εγκλωβίστηκαν στις κατοικίες τους, έβαλαν φωτιά και τους έκαψαν ζωντανούς χρησιμοποιώντας μία εμπρηστική ύλη (μία “σκόνη” σύμφωνα με μαρτυρίες). Πάνω από εκατό οικίες (117) πυρπολήθηκαν και καταστράφηκαν ολοσχερώς.
Ενα τμήμα του γερμανικού τάγματος (της Γερμανικής Στρατιωτικής Μονάδας Καταστροφών,) προχωρεί προς την Αγία Βαρβάρα που τότε ήταν μια αραιοκατοικημένη περιοχή. Εκεί οι Γερμανοί σε συνεργασία με τους ταγματασφαλίτες εκτελούν ακόμη έξι πολίτες που πιάνουν μέσα στα σπίτια τους (τους πέντε εκτελούν στο ρέμα της σημερινής Δούσμανη και Σαράφη και τον έκτο στον ομώνυμο δρόμο της οδού Π. Πλατή στην κάτω Αγία Βαρβάρα).
(Λεπτομέρεια από αναφορά πάλι του ίδιου κατοίκου: Η σφαγή θα ήταν μεγαλύτερη αν οι Γερμανοί αποφάσιζαν να εισέλθουν για να κάψουν και σκοτώσουν σε ένα “στενάκι” της περιοχής – 200 μ. μήκος εκείνη την εποχή – την σημερινή οδό Πιπίνου, κοντά στην γέφυρα της παλαιάς Καβάλας. Εκεί στο τελευταίο σπίτι δεξιά, όπως κάποιος εισερχόταν στο “στενό”, είχαν συγκεντρωθεί αρκετοί άνδρες και νεαροί της περιοχής για να διαφύγουν από την αυλή του σπιτιού στο παρακείμενο βουστάσιο (των Κωνσταντελαίων) σε περίπτωση που εισέβαλαν οι Γερμανοί. Επίσης και αυτό μάλιστα θα τους έσωσε, το “στενάκι” εκείνη την εποχή ήταν αδιέξοδο, γιατί στο τέλος του δρόμου υπήρχε μια ‘μάντρα’ τριών (3) περίπου μέτρων που ήταν του βουστασίου. Πράγματι κάποια στιγμή έφτασαν αρκετοί Γερμανοί στρατιώτες και παρατηρούσαν τον δρόμο από την γωνία της σημερινής οδού Παπανικολή, μάλιστα οι αξιωματικοί τους παρατηρούσαν αρκετή ώρα και με κιάλια το έρημο φαινομενικά “στενό”, μετά από πολύωρη παρατήρηση και μεταξύ τους συζήτηση αποχώρησαν. Κατά την άποψη του κατοίκου, οι Γερμανοί αποχώρησαν επειδή το “στενό” ήταν αδιέξοδο και φοβήθηκαν να εισέλθουν μην τυχόν και παγιδευτούν).
Πηγή el.wikipedia